τεκνοδαίτης

τεκνοδαίτης
τεκνο-δαίτης, ου, , (δαίω ([etym.] Β) , δαίνυμι)
A devouring his children, Orac. ap.Paus.8.42.6.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • τεκνοδαίτης — ὁ, Α αυτός που τρώει τα παιδιά του. [ΕΤΥΜΟΛ. < τέκνον + δαίτης (< δαίτης < δαίομαι «μοιράζω, τρώω»), πρβλ. ξενο δαίτης] …   Dictionary of Greek

  • τεκνοδαίτην — τεκνοδαίτης devouring his children masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δαίτης — δαίτης, ο (Α) ο ιερέας που κομματιάζει τα σφάγια. [ΕΤΥΜΟΛ. < δαίομαι (βλ. δαίω ΙΙ). ΣΥΝΘ. γεωδαίτης αρχ. αγριοδαίτης, ισοδαίτης, κρεοδαίτης, κρεωδαίτης, λαγοδαίτης, ξενοδαίτης, συνδαίτης, τεκνοδαίτης, χρηματοδαίτης] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”